Za darmo

Μενέξενоς

Tekst
iOSAndroidWindows Phone
Gdzie wysłać link do aplikacji?
Nie zamykaj tego okna, dopóki nie wprowadzisz kodu na urządzeniu mobilnym
Ponów próbęLink został wysłany

Na prośbę właściciela praw autorskich ta książka nie jest dostępna do pobrania jako plik.

Można ją jednak przeczytać w naszych aplikacjach mobilnych (nawet bez połączenia z internetem) oraz online w witrynie LitRes.

Oznacz jako przeczytane
Czcionka:Mniejsze АаWiększe Aa

Έτσι γεννημένοι και αναθρεμμένοι οι πρόγονοι τούτων εδώ (των αποθαμμένων) εκατοικούσαν την χώραν, συστήσαντες ένα πολίτευμα που πρέπει να ειπώ και γι' αυτό ολίγας λέξεις· διότι το πολίτευμα είναι όπως η ανατροφή, που γίνονται οι άνθρωποι καλοί μ' αυτήν αν είναι καλή και κακοί αντίθετα. Πρέπει λοιπόν να δείξω το πως οι πατέρες μας έζησαν μέσα εις εξαίρετον πολίτευμα, το οποίον τους έκαμε καλούς· όπως και τους σημερινούς ανθρώπους, που μέσα εις αυτούς συγκαταλέγονται και αυτοί εδώ οι πεθαμμένοι.

Το πολίτευμα λοιπόν αυτό δεν άλλαξε· ήτον τότε ό,τι είναι και σήμερα, η αριστοκρατία που μ' αυτήν κυβερνώμεθα και τώρα και πρωτύτερα σχεδόν πάντοτε. Και άλλος μεν την ονομάζει δημοκρατίαν, άλλος δε αλλέως, όπως του αρέσει· είναι δε αληθινά επάνω εις την καλήν γνώμην του πλήθους στηριγμένη αριστοκρατία. Διότι βασιλείς μεν έχουμε πάντοτε· αλλ' αυτοί τον παλαιόν καιρόν εγίνοντο από καταγωγήν, κατόπιν δε ως τώρα εκλέγονται. Για τα πιο πολλά δε πράγματα της πόλεως έχει την εξουσίαν το πλήθος (ο λαός) και αυτό δίδει την κυβέρνησι και την δύναμι σ' εκείνους πάντα που ήθελε του φανούν πως είναι οι καλύτεροι κι' ούτε κανείς αποκλείεται απ' αυτό το δικαίωμα [της εκλογής] εξ αιτίας αδυναμίας ή πτωχείας ή αφανείας των πατέρων του καθώς και ούτε κανείς εξ αιτίας των αντιθέτων [δυνάμεως δηλαδή και πλούτου και επισημότητος] έχει αποκτήσει τιμητικά αξιώματα, όπως [συμβαίνει] εις άλλας πόλεις. Αλλά ένας είναι ο όρος μας: εκείνος που φαίνεται πως είναι σοφός ή ενάρετος αυτός παίρνει εξουσίαν και διοίκησιν.

Αιτία δε που έχομεν ημείς αυτό το πολίτευμα είνε το ότι ως προς την γένεσιν είμεθα όλοι μας ίσοι. Διότι αι μεν άλλαι πόλεις έχουν σχηματισθή από κάθε καταγωγής ανθρώπους και ως προς την υπόστασίν των ανωμάλους, ώστε ανώμαλα είναι και τα πολιτεύματά των, είτε τυραννικά είτε ολιγαρχικά· κ' έτσι κατοικούν μαζί, ποιοι δούλους και ποιοι αυθέντας νομίζοντες ο ένας τον άλλον· ημείς δε και οι δικοί μας, όλοι γεννημένοι αδελφοί από μια μητέρα, δεν έχομεν την αξίωσιν να είμεθα δούλοι ή αυθέντες ο ένας του άλλου· απ' εναντίας η ομοία καταγωγή μας, ήγουν η ισονομία μας η φυσική μας αναγκάζει να ζητούμεν να επιτύχωμεν το κάθε τι σύμφωνα με τον νόμον και σε κανένα άλλον αναμεταξύ μας να μην υπακούωμεν παρά εξ αιτίας της αρετής του και της φρονήσεως.

Και δι' αυτό αναθρεμμένοι μέσα εις όλην την ελευθερίαν οι πατέρες τούτων και οι δικοί μας και αυτοί εδώ [οι πεθαμμένοι], αφού και καλογεννημένοι ήσαν, έκαμαν πολλά, ως είναι γνωστόν, και καλά έργα εις όλους τους ανθρώπους και ιδιωτικώς και δημοσίως, λογίζοντες πως διά την υπεράσπισιν της ελευθερίας είχαν χρέος να πολεμούν και με Έλληνας υπέρ Ελλήνων και με βαρβάρους υπέρ όλων των Ελλήνων. Έτσι και το πώς εναντίον του Ευμόλπου και των Αμαζόνων που είχαν εισβάλη εις την χώραν, και εναντίον άλλων ακόμη παλαιότερα, υπερασπίσθηκαν με πόλεμον και το πώς υπερασπίσθηκαν με πόλεμον τους Αργείους εναντίον των Καδμείων και τους Ηρακλείδας εναντίον των Αργείων θα είχα λίγο διάστημα χρόνου, να διηγηθώ εγώ όπως αξίζει· αλλέως και ποιηταί έχοντες ως τώρα υμνήσει αρκετά την ανδρείαν αυτών με μουσικόν τρόπον την διεφήμισαν έτσι εις όλους, εάν δε ημείς επιχειρήσωμεν τα αυτά [κατορθώματα] με λόγον γυμνόν [από ποιητικάς εκφράσεις] να τα επαινέσωμεν, χωρίς άλλο θα εφαινόμεθα κατώτεροι. Ώστε λοιπόν αυτά δι' αυτούς τους λόγους νομίζω πως πρέπει να τα παραλείψωμεν, αφού και βρίσκονται όπως πρέπει επαινεμένα. Δι' εκείνα όμως που κανείς έως τώρα ποιητής δοξάζοντάς τα δεν εδοξάσθη και που απόμειναν αμνημόνευτα, νομίζω πως πρέπει εγώ να κάμω λόγον δι' αυτά επαινώντας τα και παρακινώντας έτσι άλλους να τα περιλάβουν εις ωδάς και εις κάθε άλλου είδους ποιήματα, όπως ταιριάζει σ' εκείνους οι οποίοι τα έπραξαν.

Απ' αυτά δε που λέγω είναι πρώτα τα εξής: Τους Πέρσας που ήσαν άρχοντες της Ασίας και ήθελαν να υποδουλώσουν την Ευρώπην τους εσταμάτησαν αυτής εδώ της χώρας οι γόνοι οι δικοί μας πατέρες, που και δίκαιον είναι και πρέπει πρώτα- πρώτα αναφέροντάς τους να επαινέσω την ανδρείαν των. Όμως, διά να την εννοήση κανείς, προκειμένου να την επαινέση καλά, πρέπει να ανατρέξη με την σκέψιν του εις εκείνον τον καιρό, που ολάκαιρη μεν η Ασία ήτον δούλη του τρίτου ήδη βασιλέως· από αυτούς [τους τρεις] ο πρώτος, ο Κύρος, ελευθερώσας τους πατριώτας τους Πέρσας με την πολεμικήν του φρόνησιν σύγκαιρα υποδούλωσε και τους εξουσιαστάς των τους Μήδους κ' έγινε κύριος όλης της άλλης Ασίας έως εις την Αίγυπτον, ο δε υιός του έγινε κύριος και της Αιγύπτου και της Λιβύης, όσον του ήτο δυνατόν να προχωρήση με στρατόν· τρίτος δε [βασιλεύς] ο Δαρείος έως εις τους Σκύθας μεν κατά ξηράν εξάπλωσε την ηγεμονίαν του, την θάλασσαν δε και τας νήσους είχεν εις την εξουσίαν του με τα πλοία, ώστε μηδέ καν να λογιάζη πως ήτο δυνατόν να υπάρξη κανείς αντίπαλος αυτού. Τόσον πολλούς και μεγάλους και πολεμικούς λαούς είχεν υποδουλώσει το κράτος των Περσών.

Κατηγορώντας δε ο Δαρείος ημάς και τους Ερετριείς με την πρόφασιν ότι είχομεν τάχα επιβουλευθή τας Σάρδεις και στέλλοντας πεντακόσιες μεν χιλιάδες στρατό με πλοία φορτηγά και πολεμικά, τριακόσια δε πολεμικά πλοία και επί κεφαλής τον Δάτιν, είπε του πως πρέπει να γυρίση φέροντας μαζί του (δούλους) τους Αθηναίους και τους Ερετριείς, αν ήθελε να μη χάση την κεφαλή του· εκείνος δε φθάσας με τα πλοία εις την Ερέτριαν εναντίον ανδρών, που μεταξύ των τότε Ελλήνων ελογίζοντο από τους πιο ικανούς στον πόλεμο και που δεν ήσαν και λίγοι, τους ενίκησε μεν αυτούς εις τρεις ημέρας, διά να μη ξεφύγη δε κανένας τους ερεύνησε καλά όλην την χώραν των με τον ακόλουθον τρόπον: Εις τα σύνορα της χώρας των Ερετριέων ελθόντες οι στρατιώται του απλώθηκαν από τη μια θάλασσα ως την άλλη και ενώνοντας τα χέρια των ο ένας με τον άλλον επέρασαν έτσι όλην την χώραν, ώστε να μπορούν να ειπούν στον βασιλέα πως ουδ' ένας δεν τους είχε ξεφύγει (1).

Και κατά νουν έχοντες τα αυτά να κάμουν εκατέβησαν από της Ερετρίας εις τον Μαραθώνα, ωσάν να τους ήτον όμοια πρόχειρον να ζέψουν και τους Αθηναίους με το αυτόν τρόπον αναγκαστικώς μαζί με τους Ερετριείς και να τους φέρουν [εις την Ασίαν]. Ενώ δε αυτά άλλα μεν είχαν πραγματοποιηθή, άλλα δε επιχειρούντο, ούτε τους Ερετριείς εβοήθησε κανένας εκ των Ελλήνων ούτε τους Αθηναίους, εκτός μόνον οι Λακεδαιμόνιοι· και αυτοί δε έφθασαν την επομένην της μάχης ημέραν· όλοι δε οι άλλοι έχοντες πάθει κατάπληξιν έμεναν ήσυχοι, θέλοντας να σωθούν κατά το παρόν τουλάχιστον. Εις αυτά λοιπόν τα συμβάντα φθάνοντας δύναται καθένας να εννοήση τι μεγάλην ανδρείαν είχαν εκείνοι που επήγαν εις τον Μαραθώνα διά ν' αντικρούσουν την δύναμιν των βαρβάρων και που ετιμώρησαν την αλαζονείαν όλης της Ασίας και που πρώτοι στήσαντες τρόπαια [από νίκην κατά] των βαρβάρων έγιναν αρχηγοί και διδάσκαλοι εις τους άλλους ως προς το ότι δεν ήτον απολέμητη η δύναμις των Περσών, αλλ' ότι κάθε πλήθος και κάθε πλούτος υποτάσσεται εις την ενάρετον ανδρείαν.

Εγώ μεν λοιπόν λέγω πως είναι οι άνδρες εκείνοι όχι μόνον των σωμάτων των ιδικών μας πατέρες, αλλά και της ελευθερίας, και της ιδικής μας, ακόμη δε και [της ελευθερίας) όλων που κατοικούν αυτήν εδώ την ήπειρον διότι έχοντες εις τον νουν εκείνο το κατόρθωμα έλαβαν την τόλμην οι Ελληνες να ριψοκινδυνεύσουν εις τας μάχας που κατόπιν έγιναν υπέρ της σωτηρίας, γενόμενοι [έτσι] μαθηταί των πολεμιστών του Μαραθώνος.

Τα μεν πρωτεία λοιπόν κατά τον λόγον [αυτόν εδώ] πρέπει να δώσωμεν εις εκείνους, τα δευτερεία δε εις αυτούς που κατά θάλασσαν επολέμησαν και ενίκησαν κοντά εις την Σαλαμίνα και απ' έξω από το Αρτεμίσιον. Σαν που και διά τους άνδρας αυτούς πολλά θα ηδύνατο κανένας να εξιστορήση, πόσον μεγάλας δηλαδή δυνάμεις, που είχαν επέλθει [εναντίον μας], αντέκρουσαν και κατά γην και κατά θάλασσαν και με ποίον [καλόν] τρόπον έκαμαν τον αμυντικόν εναντίον εκείνων πόλεμον· όμως εκείνο που μου φαίνεται ότι είναι το καλύτερό τους [ανδραγάθημα], αυτό θα το αναφέρω, ότι δηλαδή την συνέχειαν του έργου των πολεμιστών του Μαραθώνος αυτοί την έκαμαν. Διότι οι μεν πολεμήσαντες εις τον Μαραθώνα τούτο μόνον έκαμαν φανερόν εις τους Έλληνας, ότι ολίγοι τους μπορούν να υπερασπισθούν εναντίον των βαρβάρων έστω πολλών, ως προς τον ναυτικόν όμως πόλεμον τούτο ήτο άδηλον και οι Πέρσαι μάλιστα είχαν φήμην πως ήσαν ακαταπολέμητοι κατά θάλασσαν και διά το πλήθος [των πλοίων] και διά τον πλούτον και διά την τέχνην και διά την δύναμιν· αυτό λοιπόν είναι εις έπαινον των ανδρών που επολέμησαν τότε κατά θάλασσαν, ότι τον φόβον που εκρατούσε τους Έλληνας τον διέλυσαν και τους έκαμαν να παύσουν να φοβούνται το πλήθος των πλοίων και των ανδρών. Ώστε συμπίπτει και υπό των δύο, ήτοι και εκείνων που επολέμησαν εις τον Μαραθώνα και εκείνων που εναυμάχησαν εις την Σαλαμίνα, να έχουν διδαχθή οι άλλοι Έλληνες μαθόντες από μεν τους πρώτους διά τον κατά ξηράν πόλεμον, από δε τους δευτέρους διά τον κατά θάλασσαν και συνηθίσαντες να μη φοβούνται τους βαρβάρους.

Εις τρίτην δε σειράν, λέγω, έρχεται το κατόρθωμα των Πλαταιών, και λόγω του αριθμού και λόγω της ανδρείας συντελεστικόν της σωτηρίας των Ελλήνων – κατόρθωμα που έγινεν από κοινού πλέον υπό των Αθηναίων και υπό των Λακεδαιμονίων. Και το πλέον μέγα λοιπόν και πλέον δύσκολον κατορθωμα έκαμαν αυτοί όλοι [τότε εις την περίστασιν εκείνην] πολεμούντες προς άμυναν και διά την ανδρείαν των αυτήν και τώρα από ημάς εγκωμιάζονται και εις το μέλλον [θα εγκωμιασθούν] υπό των κατόπιν ανθρώπων· ύστερα δε απ' αυτά πολλαί μεν πόλεις των Ελλήνων ήσαν ακόμη με το μέρος του βαρβάρου, διεδίδετο δε είδησις ότι αυτός ο ίδιος βασιλεύς [της Περσίας] ελογάριαζεν αυτοπροσώπως να επιχειρήση πάλιν εκστρατείαν κατά των Ελλήνων· ώστε δίκαιον επί του προκειμένου είναι να κάμωμεν ημείς λόγον [τιμητικόν] τώρα και δι' αυτούς, οι οποίοι έφεραν εις τέλος την σωτηρίαν [των Ελλήνων] καθορίσαντες τελειωτικά και αποδιώξαντες κάθε βαρβαρικήν δύναμιν από την θάλασσαν· αυτοί δε ήσαν και οι ναυμαχήσαντες απ' έξω από τον Ευρυμέδοντα και οι εκστρατεύσαντες εις την Κύπρον και οι πλεύσαντες εις την Αίγυπτον και εις πολλά άλλα μέρη, που πρέπει να κάμωμεν λόγον δι' αυτούς και να τους χρεωστούμεν χάριν, διότι έκαμαν τον βασιλέα φοβισμένον να σκεφθή διά την ιδικήν του σωτηρίαν και όχι να βάνη επίβουλα εις τον νουν του, την καταστροφήν των Ελλήνων.

 
1Ο Πλάτων επίτηδες εδώ με σοφίσματα παραδοξολογεί όπως οι σοφισταί ρήτορες.