Za darmo

Άλκηστις

Tekst
Autor:
0
Recenzje
iOSAndroidWindows Phone
Gdzie wysłać link do aplikacji?
Nie zamykaj tego okna, dopóki nie wprowadzisz kodu na urządzeniu mobilnym
Ponów próbęLink został wysłany

Na prośbę właściciela praw autorskich ta książka nie jest dostępna do pobrania jako plik.

Można ją jednak przeczytać w naszych aplikacjach mobilnych (nawet bez połączenia z internetem) oraz online w witrynie LitRes.

Oznacz jako przeczytane
Czcionka:Mniejsze АаWiększe Aa
 
Εγώ εδώ 'σ όλους αυτούς διαταγή θα δώσω
στο ίδιο με σένα φέρετρο να βάλουνε κ' εμένα
και να μ' απλώσουν δίπλα σου, στο πλάι σου. Δεν θέλω
ούτε νεκρός να χωρισθώ ποτέ μου από σένα,
που μόνη μου έμεινες πιστή.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Όλοι εμείς μαζί σου
το πένθος θα κρατήσωμε, που αλήθεια της αξίζει.
 
ΑΛΚΗΣΤΙΣ
 
Και σεις, παιδιά, τα ακούσατε τα λόγια του πατέρα.
Είπε πως δεν θα παντρευτή και δεν θα με ξεχάση.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Το είπα κ' είμαι έτοιμος και να το κάμω.
 
ΑΛΚΗΣΤΙΣ
 
Τότε
πάρε τα από τα χέρια μου τα δύστυχα παιδιά μας.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Τα δέχομαι, απ' τα χέρια σου, αγαπημένα χέρια,
αγαπημένην προσφορά.
 
ΑΛΚΗΣΤΙΣ
 
Γίνου εσύ μητέρα
στη θέσι μου.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Είναι πολλή ανάγκη αυτό να γίνη
τώρα που δεν θα έχουνε εσένα.
 
ΑΛΚΗΣΤΙΣ
 
Ω παιδιά μου,
τώρα που έπρεπε να ζω για σας, πεθαίνω τώρα.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Αλλοίμονο! Χωρίς εσέ, ο δόλιος πως να κάμω;
 
ΑΛΚΗΣΤΙΣ
 
θα με ξεχάσης με καιρό. Εκείνος που πεθαίνει
δεν είναι πλέον τίποτα. Με τον καιρόν ξεχνιέται.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Μη με αφήνης, πάρε με κ' εμέ μαζί σου κάτω.
 
ΑΛΚΗΣΤΙΣ
 
Φθάνει ότι πεθαίνω εγώ για σένα.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Ω Μοίρα,
τέτοια γυναίκα ευρέθηκες να μου στερήσης!
 
ΑΛΚΗΣΤΙΣ
 
Νοιώθω
τα μάτια να βαραίνουνε· το βλέμμα μου θολώνει.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Εχάθηκα, αν μου φύγης συ, γυναίκα μου…
 
ΑΛΚΗΣΤΙΣ
 
Και όμως
πάρε το πια απόφασιν πως μ' έχασες…
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Σηκώσου
και λάβε θάρρος. Μην αφήνης μόνα τα παιδιά σου.
 
ΑΛΚΗΣΤΙΣ
 
Μήπως κ' εγώ το ήθελα; Χαίρετε τώρα.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Ιδέ τα,
κύτταξε πως σε βλέπουνε.
 
ΑΛΚΗΣΤΙΣ
 
Δεν είμαι πια μαζί σας.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Τι κάνεις; Μας αφήνεις;
 
ΑΛΚΗΣΤΙΣ
 
Ναι. Χαίρετε.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Αλλοίμονό μου!
εχάθηκα ο άμοιρος.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Πάει. Δεν υπάρχει πλέον.
Επέθανε η δύστυχη γυναίκα του Αδμήτου.
 
ΕΥΜΗΛΟΣ
 
Αλλοίμονό μου! Επέθανε η μάννα μας, πατέρα,
και με αφήνει ορφανό· τα μάτια της κλεισθήκαν
και πέσανε τα χέρια της. Μαννούλα μου, άκουσε με
που σε φωνάζω, μάννα μου, 'σαν το πουλάκι
που πέφτει εις της μάννας του το στόμα.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Την φωνάζεις
αδίκως, δεν ακούει πια ούτε και βλέπει. Έτσι
η ίδια μαύρη συμφορά ευρήκε και τους δυο μας.
 
ΕΥΜΗΛΟΣ
 
Πολύ μικρός, πατέρα μου, μένω ορφανός στον κόσμο·
τι έπαθα, και συ, αδελφή μου, τι έπαθες μαζί μου!
Αδίκως, ω πατέρα μου, επήρες την μητέρα,
αφού δεν επροφθάσατε να φθάσετε ως το γήρας·
τώρα έφυγεν η μάννα μας και πάει το σπιτικό μας.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Άδμητε, ανάγκη να φανής στη συμφορά σου άντρας,
γιατί δεν είσαι απ' τους θνητούς ο πρώτος αλλά ούτε
ο τελευταίος, που έχασε τόσον καλή γυναίκα.
Πως όλοι θα πεθάνωμε πολύ καλά το ξέρεις.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Το ξέρω, και η συμφορά άξαφνα δεν μ' ευρήκε,
Είναι καιρός που τώξερα και μ' έτρωγ' η αγωνία.
Μα τώρα μείνετε εδώ, να με βοηθήσετ' όλοι,
να γίνη η κηδεία της, και πήτε της τους ύμνους,
που θέλουν οι ανηλεείς θεοί του κάτω κόσμου. Κι' όλοι
οι Θεσσαλοί που κυβερνώ εγώ σαν βασιλιάς τους,
όλοι ας κάμουν πένθος τους το πένθος το δικό μου,
και τα μαλλιά ας κόψουνε και ας βουτηχθούν στα μαύρα.
Κι' όσοι από σας έχουν άρματα, και άλογα ας τους κόψουν
την χαίτη με το σίδερο. Κι' ούτε αυλός ή λύρα
σ' όλην την πόλι ν' ακουσθή, αν πρώτα δεν περάσουν
δώδεκα τ' ολιγώτερο πανσέληνοι, σκεφθήτε
πως προσφιλέστερο νεκρόν ποτέ μου δεν θα θάψω
και πως αξίζει κάθε μια τιμή που αυτή εχάθη
για να μου σώση την ζωή.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Ω κόρη του Πελίου,
είθε στον Άδη που θα πας, στα βάθη χωρίς ήλιο,
στου Πλούτωνος τα δώματα να είσ' ευτυχισμένη.
Ας μάθη του Άδου ο θεός, με τα μαλλιά τα μαύρα,
κι' ο γέρος ο νεκροπομπός, ο Χάρος, πως γυναίκα
καλλίτερη δεν πέρασε του Αχέροντα τη λίμνη.
Όσοι απ' της Μούσες έλαβαν του τραγουδιού το δώρο
συχνά θε να σε τραγουδούν απάνω εις την λύρα,
την λύρα την επτάχορδη, από κόκκαλο χελώνας,
ή και στους ύμνους που χωρίς τη λύρα τραγουδιούνται
στην Σπάρτη όταν γίνωνται η εορτές τον Μάη
ή της σεληνοφώτιστες της νύχτες στας Αθήνας.
Τέτοια τροφή, πεθαίνοντας, αφήνεις στα τραγούδια.
Ω, ας μπορούσαμεν εμείς, κάτω από τον μαύρον Άδη
κι' από τα νερά του Κωκυτού να πάρωμε εσένα
και πίσω να σε φέρωμε! Γιατί εσύ μονάχα
είχες την γενναιότητα απ' όλες της γυναίκες
με την δική σου τη ζωή τον άντρα σου να σώσης.
Είθε να πέση ελαφρό επάνω σου το χώμα.
Και άν ποτε ο άντρας σου άλλην γυναίκα πάρη
ούτε κανένας από 'μας ούτε και τα παιδιά σου
θα έχουν μάτια να τον 'δουν. Γιατί ούτ' η γρηά του μάννα,
ούτε και ο πατέρας του, αν κ' ήτανε παιδί τους,
εδέχτηκαν να κατεβούν στον Άδη να τον σώσουν,
αν κ' ήταν γέροι και οι δυο, και τα μαλλιά τους άσπρα,
και μόνο συ, που βρίσκεσαι στο άνθος της ζωής σου
την νιότη σου εθυσίασες. Είθε από 'μας καθένας
τέτοια γυναίκα ναύρισκε, γιατί δεν είναι τύχη
στον κόσμο μεγαλύτερη από καλή γυναίκα.
Αν τέτοια μου ετύχαινε, βεβαίως τη ζωή της
θα επερνούσε πλάι μου χωρίς καμμία λύπη.
 

Αυλαία

ΠΡΑΞΙΣ Β'

(Ο χορός των Θεσσαλών γερόντων στέκεται σιωπηλός έξω από τα ανάκτορα. Εμφανίζεται ο Ηρακλής, ο οποίος τους ερωτά).

ΣΚΗΝΗ Α'

ΗΡΑΚΛΗΣ. ΧΟΡΟΣ γερόντων
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Ω ξένοι, της Φεραίας γης πολίται, ξέρετε ίσως
αν βρίσκεται ο Άδμητος μέσα στ' ανάκτορά του;
 
ΧΟΡΟΣ
 
Ναι, είναι μέσα, Ηρακλή. Αλλ' όμως ποιά αιτία
σε φέρνει εις των Θεσσαλών την χώρα, στην Φεραία.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Μια εργασία ανέλαβα του Ευρυσθέως τυράννου
της Τίρυνθος.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Και που πηγαίνεις τώρα, σε ποια μέρη
τρέχεις να περιπλανηθής;
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Στη Θράκη θα ζητήσω
τα τέσσαρα τα άλογα, που έχει ο Διομήδης
στο άρμα του.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Εσκέφθηκες καλά πως θα το κάμης;
Γνωρίζεις με ποιόν άνθρωπον πηγαίνεις να τα βάλης;
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Όχι, δεν έτυχε ποτέ στην χώρα των Βιστόνων.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Αδύνατον τα άλογα να πάρης χωρίς μάχην.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Αλλ' όμως κι' ούτε ν' αρνηθώ μπορούσα.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Θα σκοτώσης
για να γυρίσης, ειδεμή εκεί νεκρός θα μείνης.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Δεν είναι η πρώτη μου φορά που αναλαμβάνω αγώνα.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Και αν νικήσης, τάχα ποιά τα κέρδη σου θα είναι;
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Τα άλογα στον τύραννο της Τίρυνθος θα πάω.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Δύσκολο εις το στόμα τους να βάλης χαλινάρι.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Εκτός από το στόμα τους εάν φωτιές πετούνε.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Τον άνθρωπο στα δόντια τους κομμάτια τόνε κάνουν.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Όπως τα λέτε, όχι άλογα, άγρια θηριά θα είναι.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Σαν πας θα ιδής της φάτνες τους στο αίμα βουτηγμένες..
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Και τίνος τάχα να είναι γυιός αυτός που τανατρέφει;
 
ΧΟΡΟΣ
 
Του Άρεως και βασιλεύς της Θράκης της πλουσίας.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Από όσα λες μου φαίνεται πως ο άθλος μου αξίζει.
Γιατί εμένα η μοίρα μου είναι σκληρή και πάντα
από το ένα δύσκολο στο άλλο με πηγαίνει.
Αφού μου ήτανε γραφτό με δυο παιδιά του Άρη
να πολεμήσω στην αρχή με τον Λυκάονα πρώτον
και με τον Κύκνον έπειτα, να τώρα και ο τρίτος
που έχει αυτά τα άλογα? μα δεν θα ιδή κανένας
να φοβηθώ εγώ ποτέ, εγώ ο γυιός της Αλκμήνης.
 
ΧΟΡΟΣ
 
Να και του τόπου ο βασιλιάς ο Άδμητος που φτάνει.
 

ΣΚΗΝΗ Β'

(Εισέρχεται ο Άδμητος με κομμένην την κόμην εις ένδειξιν πένθους.)

 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Χαίρε, καλώς μας ώρισες, γυιέ του Διός
και του Περσέως απόγονε.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Χαίρε και συ, ο άναξ
των Θεσσαλών, ω Άδμητε.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Το ήθελα να χαίρω.
Ξέρω πως έρχεσαι εδώ σαν φίλος.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Τα μαλλιά σου
κομμένα βλέπω, πένθιμο σημάδι. Τι συμβαίνει;
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Κάποιον νεκρόν θα θάψωμε σήμερα.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Από τα παιδιά σου
Μακρυά μια τέτοια συμφορά να δώση ο θεός.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Εκείνα
μέσα στο σπίτι ζωντανά είν' ευτυχή.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Ο γέρος
ο πατέρας σου μη μας αφήκε χρόνους;
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Κ' εκείνος κ' η μητέρα μου ζουν πάντοτε.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Μα τότε
μήπως η Άλκηστις επέθανε η γυναίκα σου;
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Για 'κείνην
μία διπλή απάντησι μπορούσα να σου δώσω.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Τι λες; επέθανε ή ζη;
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Και είναι και δεν είναι
και είμαι εξ αιτίας της σε λύπη βυθισμένος.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Τα λόγια σου εξήγησι καμμίαν δεν μου δίνουν.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Δεν ξέρεις τι της ήτανε γραφτό από την Μοίρα;
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Ξέρω ότι εδέχθηκε για σένα να πεθάνη.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Λοιπόν πως ημπορώ να ειπώ πως ζη, αφού το εδέχθη;
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Α, μην την κλαις η ώρα της πριν έλθη.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Τι σημαίνει;
Τάχα δεν λέγεται νεκρός αυτός που θα πεθάνη;
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Ναι, αλλά είναι χωριστό το ένα από τάλλο.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Έτσι νομίζεις, Ηρακλή, εσύ. Εγώ όμως όχι.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Τότε τι κλαις; Μη φίλος σου επέθανε κανένας;
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Γυναίκα είναι ο νεκρός. Γι' αυτήν μιλούμε τώρα.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Γυναίκα ξένη ή συγγενής;
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Ξένη, αλλά δική μας
στο σπίτι αυτό.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Μα τότε εδώ πως πέθανε κοντά σου;
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Σαν πέθανε ο πατέρας της, ήρθε ορφανή μαζί μας.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Αλλοίμονο! Είθε οι θεοί να μ' έστελναν να σ' εύρω
μιαν άλλην ώρα, Άδμητε, που να μην είχες λύπες.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Τι θες να πης! Τα λόγια σου αυτά τι να σημαίνουν;
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Πρέπει να φύγω από 'δω κι' αλλού να καταλύσω.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Αδύνατον! Τέτοιο κακό ποτέ δεν θα μου κάμης.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Σ' αυτούς που έχουν τη λύπη τους είν' οχληρός ο ξένος.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Οι πεθαμένοι 'πέθαναν. Πέρασε μέσ' στο σπίτι.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Δεν είναι πρέπον άνθρωπος να κάθεται να τρώγη
σε σπίτι όπου έπεσε η συμφορά κ' η λύπη.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Είναι οι ξενώνες χωριστά. Εκεί θα σε οδηγήσω.
 
ΗΡΑΚΛΗΣ
 
Αν με αφήσης, Άδμητε, θα σ' το χρωστώ ως χάριν.
 
ΑΔΜΗΤΟΣ
 
Δεν είναι πρέπον, Ηρακλή, να πας σε άλλο σπίτι.
 

(Προς ένα δούλον)

 
Οδήγησε τον ξένον μας απ' έξω στους ξενώνας,
και σύστησε στους φύλακας να στρώσουν το τραπέζι
με άφθονα τα φαγητά. Να κλείσουνε της θύρες
που φέρνουν μέσα. Ο ξένος μας δεν πρέπει να ακούση
τους στεναγμούς, να λυπηθή την ώρα που θα τρώγη.
 

(Ο δούλος και ο Ηρακλής εξέρχονται).